αναγωγία

αναγωγία
Γιορτή που γινόταν κατά την αρχαιότητα στην Ερύκη της Σικελίας προς τιμήν της θεάς Αφροδίτης. Οι Ερυκίνοι πίστευαν ότι η Αφροδίτη την ημέρα της γιορτής αυτής έφευγε από την πόλη τους και πήγαινε στη Λιβύη μαζί με τα ιερά περιστέρια της. Μετά από εννιά μέρες ένα περιστέρι ξαναγύριζε στην Ερύκη και έπειτα ακολουθούσαν τα υπόλοιπα για να αναγγείλουν στους κατοίκους της πόλης την επάνοδο της Αφροδίτης. Ανάλογη γιορτή γινόταν στη Δήλο προς τιμήν του Απόλλωνα.
* * *
ἀναγωγία, η (Α) [ἀνάγωγος]
1. έλλειψη αγωγής
2. ακολασία, διαφθορά, χυδαιότητα
3. δυσαρέσκεια, δυσάρεστο συμβάν.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἀναγωγία — ἀναγωγίᾱ , ἀναγωγία want of discipline fem nom/voc/acc dual ἀναγωγίᾱ , ἀναγωγία want of discipline fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγωγίᾳ — ἀναγωγίᾱͅ , ἀναγωγία want of discipline fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγώγια — offerings made on embarkation neut nom/voc/acc pl ἀναγώγιος raising the mind to heavenly things neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγωγίας — ἀναγωγίᾱς , ἀναγωγία want of discipline fem acc pl ἀναγωγίᾱς , ἀναγωγία want of discipline fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγωγίαν — ἀναγωγίᾱν , ἀναγωγία want of discipline fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • АНАГОГИЯ —    • Άναγώγια, τα,          праздник отъезда, как Καταγώγια праздник возвращения. Жертвоприношения по этим поводам совершали особенно на Эрике в Сицилии, где существовало верование, что почитаемая там Афродита удаляется вместе с посвященными ей… …   Реальный словарь классических древностей

  • ἀναγωγιῶν — ἀναγωγία want of discipline fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγωγίαις — ἀναγωγία want of discipline fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναγωγίων — ἀναγώγια offerings made on embarkation neut gen pl ἀναγώγιος raising the mind to heavenly things masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • РУССКИЙ УКАЗАТЕЛЬ СТАТЕЙ — Абант Άβας Danaus Абанты Άβαντες Абарис Άβαρις Абдера Abdera Абдулонома Абдул Abdulonymus Абелла Abella Абеллинум Abellinum Абеона Abeona Абидос или Абид… …   Реальный словарь классических древностей

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”